Τηλ. και φαξ: 2310 - 825 721

e mail: evgenidi@gmail.com

Δελφών 60 - 54642 - Θεσσαλονίκη

Η ψωρίαση είναι μια υποτροπιάζουσα, ΜΗ μεταδοτική ασθένεια του δέρματος, που χαρακτηρίζεται από έντονες κοκκινίλες στο δέρμα, πάνω στις οποίες εμφανίζονται ασημόλευκα λέπια. Μπορεί να προσβάλλει οποιοδήποτε σημείο του σώματος, ακόμα και τα νύχια ή το τριχωτό της κεφαλής, χωρίς όμως να προκαλεί σε καμμία περίπτωση τριχόπτωση. Η ένταση της εμφάνισης της νόσου και των συμπτωμάτων ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό (κατά πλάκες, σταγονοειδής, ερυθροδερματική, φλυκταινώδης, γενικευμένη ή εντοπισμένη).
Προσοχή: Η ψωρίαση ΔΕΝ έχει καμία σχέση με τη ψώρα που είναι μεταδοτικό νόσημα.
Υπάρχουν διαφορετικές μορφές ψωρίασης:
α. Χρόνια κατά πλάκας ψωρίαση. Είναι η πιο συνηθισμένη μορφή
β. Σταγονοειδής Ψωρίαση. Είναι η μορφή που συνήθως εμφανίζεται μετά από πονόλαιμο ή κρυολόγημα.
γ. Ψωρίαση Πτυχών. Εντοπίζεται μόνο στις πτυχές (μασχάλες, μηρογεννητικές και κάτω από τους μαστούς στις γυναίκες).
Πιο σπάνιες μορφές είναι η φλυκταινώδης ψωρίαση παλαμών και πελμάτων και η γενικευμένη φλυκταινώδης ψωρίαση.
Για την αντιμετώπισή της χρησιμοποιούνται κορτικοστεροειδείς κρέμες και λοσιόν καθώς και πίσσες (coal tar) όταν είναι σε ελαφριά μορφή ενώ σε βαρύτερες μορφές χορηγείται και συστηματική θεραπεία με ανοσοκατασταλτικά (κυκλοσπορίνη), αντιμεταβολίτες (μεθοτρεξάτη), ρετινοειδή(ετρετινάτη, ακιτρετίνη) και προϊόντα φωτοχημειοθεραπείας (UVB και PUVA). Οι κρέμες δεν πρέπει να διακόπτονται απότομα, αλλά να μειώνονται σταδιακά. Η απότομη διακοπή προκαλεί έξαρση της νόσου και πάλι. Στην ελλάτωση των συμπτωμάτων βοηθά ο ήλιος και το μπάνιο στη θάλασσα.
Οι πιο σύγχρονες θεραπείες εντοπίζονται σε βιολογικά προϊόντα, τα οποία αναστέλλουν επιλεκτικά τα Τ-κύτταρα. Αν και βρίσκονται σε δοκιμαστικό στάδιο εμφανίζουν εξαιρετικά αποτελέσματα στη θεραπεία των δερματικών βλαβών σε ασθενείς με μέτρια έως πολύ σοβαρή ψωρίαση.
ΦΑΡΜΑΚΑ ΠΟΥ ΑΠΑΓΟΡΕΥΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΨΩΡΙΑΣΗ:
Φάρμακα που προκαλούν φλυκταινώδη ψωρίαση: ακετυλοσαλικυλικό οξύ (ασπιρίνη κλπ), ατενολόλη (Tenormin Tenoretic κλπ), διλτιαζέμη (Tildiem κλπ), εμβόλιο πολυομυελίτιδας (sabin), καρβαμαζεπίνη (Tegretol), λίθιο (Milithin, Lithiofor), προπρανολόλη (Inderal), πενικιλλίνη, σουλφοναμίδες, σαλικυλικά.
Φάρμακα που προκαλούν συνήθως έξαρση της ψωρίασης: Σε υπέρταση, καρδιακή ανεπάρκεια, έμφραγμα του μυοκαρδίου οι ανταγωνιστές του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης εναλαπρίλη (renitec κλπ), καπτοπρίλη (capoten κλπ), οι β - αδρενεργικοί αποκλειστές (b-blockers) προπρανολόλη (inderal) οξπρενολόλη (trasicor), πινδολόλη (visken), η διγοξίνη (digoxin), η κινιδίνη (kinidin durules κλπ). Επίσης λίθιο (Milithin, Lithiofor), εμβόλια, ανθελονοσιακά, interferon-α, μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (ινδομεθακίνη, ασπιρίνη κλπ), τεστοστερόνη, προγεστερόνη (utrogestan, crinone), τετρακυκλίνη (hostacyclin).
Προσοχή χρειάζεται στο αλκοόλ γιατί μπορεί να επιδεινώσει τη νόσο.
Το 10-20% των ασθενών με ψωρίαση μπορεί να εμφανίσουν ψωριασική αρθρίτιδα, μια φλεγμονώδη αρθρίτιδα της κατηγορίας των οροαρνητικών (δηλ. αρνητικός ρευματοειδής παράγων στις εργαστηριακές εξετάσεις). Συνήθως η εμφάνιση της ψωρίασης προηγείται της ψωριασικής αρθρίτιδας. Όταν υπάρχει κλινική υποψία ψωριασικής αρθρίτιδας, οι δερματικές βλάβες πρέπει να αναζητώνται, εκτός από τα εμφανή σημεία του δέρματος, (γόνατα, αγκώνες, νύχια), στον ομφαλό, στο τριχωτό του κεφαλιού, στο δέρμα του πρωκτού, πίσω από τα αυτιά και στα πτερύγια τους.
Στη ψωριασική αρθρίτιδα χορηγούνται μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη, χρυσός (αουρανοφίνη) και σουλφασαλαζίνη. Μεγάλη σημασία όμως έχει η επιτυχής αντιμετώπιση των δερματικών βλαβών της ψωρίασης. Πιστεύεται ότι σε αυτή την περίπτωση, είναι δυνατό να υποχωρήσουν και οι εκδηλώσεις από τις αρθρώσεις.
Η ψωρίαση δεν είναι επικίνδυνη για τη ζωή εκτός σπανιοτάτων περιπτώσεων, απλά δημιουργεί αισθητικά προβλήματα.